Το περιβάλλον
Στην βιολογία, το περιβάλλον μπορεί να καθοριστεί σαν ένα σύνολο κλιματικών, βιοτικών, κοινωνικών και εδαφικών παραγόντων που δρουν σε έναν οργανισμό και καθορίζουν την ανάπτυξη και την επιβίωση του. Έτσι, το περιβάλλον περιλαμβάνει οτιδήποτε μπορεί να επηρεάσει άμεσα το μεταβολισμό ή τη συμπεριφορά των ζωντανών οργανισμών ή ειδών, όπως το φως, ο αέρας, το νερό, το έδαφος και άλλοι παράγοντες.
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου
Η Γη διατηρεί την θερμοκρασία της χάρη σε μια «κουβέρτα» από αέρια του θερμοκηπίου που αιχμαλωτίζουν κοντά στην επιφάνεια της θερμότητα που αλλιώς θα απελευθερωνόταν στο διάστημα. Με αυτόν τον τρόπο η «κουβέρτα» αερίων λειτουργεί σαν ένα θερμοκήπιο, κάνοντας τη Γη ένα πιο ζεστό μέρος – χωρίς αυτή η μέση παγκόσμια θερμοκρασία θα ήταν περισσότερο από 30°C ψυχρότερη από ότι τώρα. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι ένα φυσικό φαινόμενο που είναι ζωτικής σημασίας για την ύπαρξη ζωής στη Γη.
Τι προκαλεί τις κλιματικές αλλαγές
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες αυξάνουν τη συγκέντρωση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, ιδιαίτερα του διοξειδίου του άνθρακα, με αποτέλεσμα την αφύσικη αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και τις ακραίες καιρικές συνθήκες. Η διαδικασία αύξησης της θερμοκρασίας αναφέρεται συνήθως ως «υπερθέρμανση του πλανήτη» και το συνολικό αποτέλεσμα είναι γνωστό ως κλιματικές αλλαγές.
Το διοξείδιο του άνθρακα είναι ο βασικός συντελεστής των κλιματικών αλλαγών. Κάθε φορά που ανάβουμε ένα φως, χρησιμοποιούμε τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, βλέπουμε τηλεόραση ή ταξιδεύουμε με οποιοδήποτε μηχανοκίνητο μέσο, δημιουργούμε διοξείδιο του άνθρακα. Όσο αυξάνουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες, οι συγκεντρώσεις των αερίων του θερμοκηπίου αναπτύσσονται σταδιακά στην ατμόσφαιρα.
Περίπου τα δύο τρίτα της ρύπανσης με αέρια του θερμοκηπίου προέρχεται από το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται κατά την καύση ορυκτών καυσίμων όπως το κάρβουνο, το πετρέλαιο και η βενζίνη. Οι δύο βασικές πηγές διοξειδίου του άνθρακα είναι τώρα η ενέργεια και οι μεταφορές.
Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σήμερα είναι 12 φορές υψηλότερες από ό,τι το 1900 καθώς παγκοσμίως καταναλώνουμε συνεχώς αυξανόμενες ποσότητες κάρβουνου, πετρελαίου και βενζίνης για ενέργεια. Ταυτόχρονα, εξαφανίζουμε τον μεγαλύτερο φυσικό αποροφητήρα διοξειδίου του άνθρακα στη γη: τα δάση. Σε συνδυασμό οι παράγοντες αυτοί διαταράσσουν σοβαρά την φυσική ισορροπία του παγκόσμιου κλίματος.
Ο Ενεργειακός Τομέας (ή τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας) αποτελεί τον μεγαλύτερο συντελεστή στην παγκόσμια αλλαγή του κλίματος, καθώς ευθύνεται για περισσότερο από το ένα τρίτο των συνολικών εκπομπών CO2. Οι χώρες των G8 – οι επτά πιο εύρωστες οικονομικά χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιαπωνία, Ιταλία, Καναδάς, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ) και η Ρωσία – ευθύνονται για περίπου τις μισές (48,7%) εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως, σύμφωνα με τα στοιχεία του έτους 1999. Αν σ’ αυτές προστεθούν και οι νέοι γίγαντες της παγκόσμιας οικονομίας, η Κίνα και η Ινδία, μπορούμε να πάρουμε μια πλήρη σχεδόν εικόνα για τους υπεύθυνους της κλιματικής αλλαγής.
Ποιές είναι οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών
Οι πλειοψηφία των επιστημόνων συμφωνεί σήμερα ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη και η επικείμενη κλιματική αλλαγή θα ‘χει αρνητικές επιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα, πολλές χώρες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα ξηρασίας και έλλειψη στα αποθέματα νερού, φαινόμενο που έχει κάνει ήδη την εμφάνισή του. Προβλέπεται άνοδος της στάθμης της θάλασσας, εξαιτίας των πάγων των πόλων που λιώνουν με ταχείς ρυθμούς. Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως έντονες βροχοπτώσεις, παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας, καταιγίδες και τεράστιοι τυφώνες θα παρατηρούνται όλο και συχνότερα. Πολλά είδη ζώων και φυτών που δεν θα καταφέρουν να προσαρμοστούν θα εξαφανιστούν. Φυσικά κατάλογος δε σταματά εδώ.
Πώς μπορούμε να επιβραδύνουμε τις κλιματικές αλλαγές
Οι ανανεώσιμες πηγές
Για να σταθεροποιηθούν ολοκληρωτικά οι κλιματικές αλλαγές, οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα θα έπρεπε να μειωθούν κατά 70% περίπου παγκοσμίως μέχρι το 2050. Οι σημερινές διεθνείς συμφωνίες δεν προτείνουν φυσικά μειώσεις ούτε καν κοντά στα επίπεδα αυτά.
Οι ειδικοί επιστήμονες λένε ότι η θερμοκρασία του πλανήτη μας δεν θα πρέπει να αυξηθεί περισσότερο από 2°C. Αλλά χωρίς την ανάληψη επείγουσας δράσης για την μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα θα ξεπεράσουμε αυτό το κρίσιμο σημείο με καταστροφικά αποτελέσματα.
Δεν είναι πολύ αργά. Μειώνοντας τις εκπομπές ο ρυθμός των κλιματικών αλλαγών θα επιβραδυνθεί κι επομένως θα μειωθούν οι επιπτώσεις στον πλανήτη και στις ζωές μας. Ταυτόχρονα μπορούμε να προσπαθούμε να προσαρμοστούμε στις κλιματικές αλλαγές.
Δυστυχώς η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δεν θεωρείται προτεραιότητα. Εντούτοις λύσεις είναι δυνατό να υπάρξουν και αυτές στηρίζονται σε τρεις ουσιαστικά πυλώνες. Ο ένας αφορά τους τρόπους εξοικονόμησης ενέργειας, ο δεύτερος έχει σχέση με τις πολιτικές δράσεις με σκοπό τη διευθέτηση του ζητήματος και ο τρίτος έχει να κάνει με τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
Η ανάπτυξη των ΑΠΕ αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Αυτό έχει εκφραστεί και με την Οδηγία 2001/ 77. Σύμφωνα με την οδηγία αυτή τα κράτη – μέλη πρέπει να ορίσουν συγκεκριμένους στόχους για το ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας που θα προέρχεται από ΑΠΕ, κατά το έτος 2010. Ο στόχος για την Ελλάδα ανέρχεται σε 20,1% για το 2010 (περιλαμβανομένων και των Μεγάλων Υδροηλεκτρικών). Η Ελλάδα έλαβε το 2006 την πρώτη προειδοποιητική επιστολή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μη συμμόρφωσή τους προς την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με την προώθηση της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ελλάδα δεν έχει λάβει επαρκή μέτρα για την ενδεδειγμένη προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Από τότε μέχρι σήμερα η Ελλάδα υιοθέτησε το Νόμο 3468/2006 για την ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, ο οποίος μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια αμήχανη αρχή για την διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας αλλά όχι λύση στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Με βάση στοιχεία του Υπουργείου Ανάπτυξης στην 3η εθνική έκθεση για το επίπεδο διείσδυσης της ανανεώσιμης ενέργειας, το έτος 2005, η παραχθείσα ενέργεια από ΑΠΕ προήλθε κατά 77% περίπου από αιολικά πάρκα, 13% από μικρά υδροηλεκτρικά έργα και 9% από λοιπές μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (βιοαέριο, βιομάζα, φωτοβολταικά). Το 2003, μόλις το 2% περίπου της ηλεκτρικής ενέργειας προήλθε από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών).
Η Ελλάδα έχει σημαντικό αιολικό δυναμικό, το οποίο αν το εκμεταλλευτούμε σωστά, με συντηρητικές εκτιμήσεις έχει τη δυνατότητα να καλύψει έως και το 15% των αναγκών της Ελλάδας σε ηλεκτρική ενέργεια.
Όσον αφορά τους ηλιακούς συλλέκτες, η Ελλάδα έχει κάτι λιγότερο από 3 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα συλλεκτών (με ποσοστό διείσδυσης περί το 30% και τον υψηλότερο δείκτη χρήσης ηλιακών ανά κάτοικο, περίπου 265 m2 ανά 1.000 κατοίκους). Ωστόσο, η πρόσφατη άρση των φοροαπαλλαγών για εγκατάσταση ηλιακών συστημάτων σε κατοικίες, αποτελεί πλήγμα για την ελληνική αγορά ηλιοθερμικών συστημάτων. Ο στόχος που έχει θέσει η ελληνική Ένωση Βιομηχανιών Ηλιακής Ενέργειας – ΕΒΗΕ για τη χώρα μας είναι η εγκατάσταση περίπου 10 εκατ. τετραγωνικών μέτρων συλλεκτών ως το 2015 (περιλαμβανομένων των συστημάτων για θέρμανση και κλιματισμό). Ο στόχος αυτός είναι περίπου 1 m2 ηλιακών συλλεκτών για κάθε κάτοικο.
Όσον αφορά άλλες μορφές ΑΠΕ, μόλις το 3% περίπου των ενεργειακών αναγκών καλύπτεται με τη χρήση της διαθέσιμης βιομάζας (των διαθέσιμων γεωργικών και δασικών υπολειμμάτων). Η ελληνική νομοθεσία εναρμονίστηκε προς την αντίστοιχη ισχύουσα ευρωπαϊκή με καθυστέρηση στο τέλος του 2005. Έτσι την ίδια χρονιά η Ελλάδα απείχε δραματικά από την επίτευξη του ενδεικτικού στόχου του 2% για τη συμμετοχή των υγρών βιοκαυσίμων στις μεταφορές.
Είναι σαφές από το σημερινό ποσοστό διείσδυσης των ΑΠΕ (περίπου 11% μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα) θα είναι δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος του 20,1% το 2010. Παρόλο το εντυπωσιακό ενδιαφέρον που υπάρχει μεταξύ των επενδυτών για επενδύσεις σε καθαρές πηγές ενέργειας ο ρυθμός υλοποίησης έργων ΑΠΕ που έχουν αδειοθετηθεί είναι χαμηλός. Ο βραδύς ρυθμός υλοποίησης οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά σε θεσμικά, τεχνικά και διοικητικά προβλήματα όπως οι χρονοβόρες και πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης και οι συχνές αρνητικές αντιδράσεις της κοινής γνώμης σε τοπικό επίπεδο. Η έλλειψη ενός εθνικού χωροταξικού σχεδίου, ειδικά στοχευμένου και διαμορφωμένου για εγκαταστάσεις ΑΠΕ που θα καθορίζει συγκεκριμένα κριτήρια, όρους και προϋποθέσεις για την χωροθέτηση έργων ΑΠΕ σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο εντείνει αυτά τα προβλήματα.
Η Ελλάδα, λοιπόν, εξακολουθεί να έχει μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τον ρυπογόνο λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, μια σημαντική εξάρτηση από το πετρέλαιο, και χαμηλή διείσδυση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Να σημειωθεί εδώ ότι αν δεν πετύχουμε το στόχο για την απαιτούμενη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο, το πιο πιθανόν είναι ότι δεν θα μπορέσουμε να πιάσουμε και τον στόχο του Κιότο. (Ας θυμηθούμε την αποβολή της χώρας μας, πρόσφατα, από τους μηχανισμούς του πρωτοκόλλου του Κιότο).
Οι κλιματικές αλλαγές όμως έχουν και χρηματικό κόστος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτίμησε το κόστος της κλιματικής αλλαγής σε 74 τρις € μόνο στην Ευρώπη, σε περίπτωση που δεν ληφθούν άμεσα μέτρα.
Οι πολίτες μπορούν να βοηθήσουν με την εξοικονόμηση ενέργειας στο σπίτι, επίσης με την επιλογή «πράσινων» προμηθευτών ενέργειας (στην Ελλάδα ακόμα αυτό δεν είναι εφικτό) και με την προώθηση δράσεων για τις κλιματικές αλλαγές.
Οι βασικές προσεγγίσεις στην μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα είναι:
- Πιο αποδοτική παροχή και χρήση ενέργειας, το οποίο σημαίνει την παραγωγή και αγορά συσκευών, αυτοκινήτων και κτιρίων με υψηλή αποδοτικότητα.
- Ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας – αιολικής, ηλιακής, γεωθερμικής, χρήση βιομάζας κλπ. και ως πρώτο βήμα,
- Αντικατάσταση των υφιστάμενων με λιγότερο ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα π.χ. αντικατάσταση του κάρβουνου από φυσικό αέριο, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα.
Εάν θέλουμε να επιτύχουμε τους στόχους που έχουμε θέσει, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εφαρμόσει πολιτικές και μέτρα που θα κάνουν εφικτές τις παραπάνω προσεγγίσεις. Παραδείγματος χάριν πρέπει να ενισχυθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ανάπτυξη σχετικών τεχνολογιών και να ελαχιστοποιηθεί η χρήση λιγνίτη. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επενδύσουν σε αποδοτικότερες διαδικασίες παραγωγής, σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε «φιλικά προς το κλίμα» προϊόντα. Ακόμη στην κατεύθυνση της εξοικονόμησης ενέργειας είναι απαραίτητη η αλλαγή νοοτροπίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η χρήση του αυτοκινήτου που θα πρέπει να περιοριστεί στις αναγκαίες περιπτώσεις και όχι να γίνεται άσκοπα και χωρίς μέτρο.
Στη χώρα μας χρειάζεται να επενδύσουμε στην εκπαίδευση και διαμόρφωση περιβαλλοντικής συνείδησης, ξεκινώντας από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Συγχρόνως πρέπει να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία για τις ΑΠΕ και παράλληλα να δοθούν κίνητρα και επιδοτήσεις στους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται να επενδύσουν στον τομέα αυτό. Η καταπολέμηση της γραφειοκρατείας είναι μονόδρομος για την επίτευξη των στόχων.
Σήμερα η Ευρώπη είναι πρωτοπόρος στην τεχνολογία των ΑΠΕ. Ταυτόχρονα είναι όμως και εξαρτημένη από την εισαγωγή ενέργειας από άλλες χώρες με το ποσοστό εισαγωγής να ανέρχεται στο 50% έχοντας αυξητικές τάσεις.
Τα οφέλη
Τα οφέλη που μπορούμε να προσκομίσουμε από αυτή την τακτική είναι ουσιώδη. Κατ’ αρχήν οικονομικά, όπως μείωση στους λογαριασμούς ηλεκτρικού. Ευκαιρίες για νέες θέσεις εργασίας στις καθαρές βιομηχανίες. Περισσότερη άνεση και καλύτερη ποιότητα ζωής, π.χ. καλύτερα μονωμένα σπίτια, μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων όπως το διοξείδιο του θείου και τα οξείδια του αζώτου. Ο περιορισμός της κλιματικής αλλαγής θα συμβάλλει στο να αποφευχθούν μη αναγκαίες απώλειες ανθρώπινων ζωών και ακριβές καταστροφές από ακραία καιρικά φαινόμενα. Τέλος θα βοηθήσει στη διάσωση της βιοποικιλότητας του πλανήτη. Ας φανταστούμε τη γη σαν ένα σπίτι, το οποίο μοιραζόμαστε με άλλους συγκατοίκους, τα υπόλοιπα είδη ζωντανών οργανισμών. Η επιβίωσή μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δική τους. Αυτό πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό, ώστε να ξεκινήσουμε κάποτε να συμπεριφερόμαστε με σεβασμό απέναντί τους και σε τελευταία ανάλυση απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό.